ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΟΥ ΜΠΛΟΚ

Τρίτη 1 Σεπτεμβρίου 2009

Οι βραχονησίδες της Ελλάδας

Τα μικρόνησα, οι νησίδες και οι βραχονησίδες των θαλασσών μας και κυρίως του Αιγαίου αποτελούν ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της ελλαδικής γεωμορφολογίας και της ελληνικής φύσης. Όπως και τα μεγάλα νησιά, αποτελούν τις κορφές βουνών και λόφων της Αιγηίδας που καταβυθίστηκε και πλημμύρισε από την θάλασσα πριν εκατομμύρια χρόνια. Σήμερα, συγκροτούν συστάδες και υποσυστάδες νησιών, που η καθεμιά έχει ιδιαίτερα περιβαλλοντικά και οικολογικά χαρακτηριστικά.

Οι νησίδες και οι βραχονησίδες αποτελούν σημαντικούς βιότοπους για ένα πλήθος πουλιών, είτε στην περίοδο των μεταναστεύσεων τους είτε στην περίοδο της αναπαραγωγής, όπως είναι ο αιγαιόγλαρος (Larus audouinii), ο μαυροπετρίτης (Falco eleonorae) και ο μύχος (Puffinus yelkouan) που φωλιάζουν σχεδόν αποκλειστικά σε βραχονησίδες.

Ένας από τους θησαυρούς των μικρόνησων είναι ο τύπος των βυθών και τα λιβάδια με ποσειδωνίες (Posidonia oceanica), που προσφέρουν τις κατάλληλες συνθήκες για την ανάπτυξη πλήθους ψαριών και θαλάσσιων οργανισμών. Οι θαλασσοσπηλιές τους, επίσης, προσφέρουν καταφύγιο στις μεσογειακές φώκιες (Monachus monachus).

Η βλάστηση των νησίδων και των βραχονησίδων είναι προσαρμοσμένη στις ιδιαίτερες περιβαλλοντικές τους συνθήκες, όπως είναι οι συνεχείς και (πολλές φορές) ισχυροί άνεμοι, τα βράχια, οι γκρεμοί και η υψηλή αλατότητα από τις ψεκάδες της θάλασσας. Στα μικρόνησα υπάρχουν καλλιέργειες, ενώ οι νησίδες και οι βραχονησίδες χρησιμοποιούνται για την εποχιακή βόσκηση κατσικιών. Παρ’ όλα αυτά ευδοκιμούν πολλά ενδημικά φυτά του Αιγαίου, όπως κρόκοι, καμπανούλες, ορχιδέες και πολλά χασμόφυτα και βραχόφιλα φυτά.

Σχεδόν όλα τα μικρόνησα έχουν κατοικηθεί από την αρχαιότητα και μερικά έχουν διαφυλάξει σπουδαία τεκμήρια τους προϊστορικού πολιτισμού στο Αιγαίο, όπως ο Σάλιαγκος της Πάρου στις Κυκλάδες και τα Γιούρα στις Σποράδες. Στον Σάλιαγκο ο Άγγλος αρχαιολόγος σερ Κόλιν Ρένφριου [professor Colin Renfrew (Lord Renfrew of Kaimsthorn) ] αποκάλυψε τον πρώτο νεολιθικό οικισμό των Κυκλάδων και στα Γιούρα ο Έλληνας αρχαιολόγος Αδαμάντιος Σάμψων ανακάλυψε έναν μεσολιθικό οικισμό ψαράδων.

Με αφορμή τις υπερπτήσεις πολεμικών αεροπλάνων που επιχειρούν αυτό το καλοκαίρι οι Τούρκοι πάνω από το Αγαθονήσι, ας κάνουμε ένα μικρό ταξίδι σ' αυτό το νησάκι και στις νησίδες του Αιγαίου.


Το Αγαθονήσι

Το Αγαθονήσι είναι η βορειότερη νησίδα του Δωδεκανησιακού Αρχιπελάγους. Έχει έκταση 13,4 τετρ. χιλιόμετρα και βρίσκεται 10 μίλια Ν/ΝΑ από το ακρωτήριο Κολώνα της Σάμου, 12 μίλια από τους Αρκιούς, 17 μίλια από τους Λειψούς και 25 μίλια από την Πάτμο.

Το αρχαίο όνομα του νησιού ήταν Υετούσα. Με αυτό το όνομα, ελαφρώς παρεφθαρμένο (Yelussa) το καταγράφουν οι χαρτογράφοι του Μεσαίωνα και με αυτό το όνομα ήταν γνωστό μέχρι τον 19ο αιώνα. Την ίδια εποχή πάντως αρχίζει σε χάρτες και χαρακτικά Ευρωπαίων περιηγητών και η χρήση του ονόματος Αγαθονήσι (Agatonisi, Gatonisi, Agathonisa).

Όπως επισημαίνει ο Δωδεκανήσιος ονοματολόγος Μιχάλης Σκανδαλίδης, η σημερινή ονομασία του προέρχεται από το φυτωνύμιο «Αγκαθονήσι». Σε όλο το Αιγαίο υπάρχουν νησίδες που πήραν το όνομά τους από ένα φυτό που κυριαρχεί πάνω τους, όπως Μαραθονήσι (από τον μάραθο), Κρεμμυδονήσι (από την κρεμμύδα), Σχινονήσι (από τον σχίνο).

Φαίνεται ότι οι κάτοικοι των γειτονικών νησιών χρησιμοποιούσαν το Αγκαθονήσι για την βόσκηση κατσικιών, κι είναι γνωστό τι αφήνουν πίσω του τα κατσίκια: μόνον αγκάθια. Η εκτίμηση αυτή επιβεβαιώνεται από τον Οθωμανό θαλασοπόρο και χαρτογράφο Πίρι Ρεΐς, που ονόμασε στις αρχές του 16ου αιώνα το νησί «Κατσικονήσι», γιατί βρήκε πάνω του μόνο κατσίκες, που «είχε αφήσει ελεύθερες ένας άπιστος». Τελικά η αρχική ονομασία «Αγκαθονήσι» μεταβλήθηκε σε «Αγαθονήσι» με την επίδραση της λέξης «αγαθός».

Εκτιμάται ότι στα μέσα του 19ου αιώνα κατοικήθηκε από οικογένειες των Φούρνων και της Πάτμου, οι οποίες νέμονταν το Αγαθονήσι. Ο Γάλλος γεωγράφος Εμίλ Κολοντνί (Emile Kolodny) , ο οποίος έχει κάνει πολύ σπουδαίες μελέτες για νησιά των Κυκλάδων και της Δωδεκανήσου, αναφέρει ότι η μόνιμη κατοίκηση του Αγαθονησιού έγινε τον 19ο αιώνα και ότι το 1895 υπήρχαν στο νησί 6 οικογένειες. Επίσημα στοιχεία για τον πληθυσμό του νησιού έχουμε από την ένωση της Δωδεκανήσου με την Ελλάδα και μετά. Έτσι, το Αγαθονήσι το 1947 αριθμούσε 193 κατοίκους, που το 1981 είχαν μειωθεί σε 133, για να αυξηθούν σε 181 στην απογραφή του 2001. Έχει τρεις οικισμούς το Μεγάλο και το Μικρό Χωριό και τον Άγιο Γεώργιο.

Γύρω από το Αγαθονήσι σχηματίζεται μια νησιωτική συστάδα, που αποτελείται από τις εξής νησίδες και βραχονησίδες:
  1. Πιάτο (127 στρέμματα), σε απόσταση 740 μέτρα από το Αγαθονήσι. Λέγεται και Πίτα, Ψαθονήσι ή Ψαθώ.
  2. Στρογγυλή ή Στρογγυλό (96 στρ.).
  3. Πράσο (11 στρ.).
  4. Νερονήσι ή Νερό (438 στρ. με υφόμετρο 63 μ.).
  5. Γλάρος ή Κατσαγάνι (2 στρ.).
  6. Γλάρος (90 στρ., υψ. 32 μ.)
  7. Κουνελονήσι ή Κουνέλι (230 στρ., υψ. 56 μ.)
Από την χλωρίδα του νησιωτικού συμπλέγματος του Αγαθονησιού ξεχωρίζουν οι φθινοπωρινοί νάρκισσοι (Narcissus serotimus), τρία είδη με καμπανούλες (campanula sp.) που ανθίζουν στους βράχους, διάφορα είδη αγριόσκορδων (Allium sp.) και αρκετά είδη από άγριες ορχιδέες. Απ’ όλο το σύμπλεγμα των νησίδων του Ανατολικού Αιγαίου, ανθίζουν μόνο στο Αγαθονήσι η κίτρινη ορχιδέα της Γαλιλαίας - Ophrys lutea subsp. galilaea (δες διόρθωση στα σχόλια) και η συγγενική με τα γαρύφαλλά Σιληνή η γιγαντιαία (Silene gigantea).

Στο σύμπλεγμα του Αγαθονησιού αναπαράγονται ή συναντιούνται τα σπάνια πουλιά Αιγαιόγλαρος (Larus audouinii), Μαυροπετρίτης (Falco eleonorae), Mύχος (Puffinus yelkouan), Αετογερακινα (Buteo rufinus) και Θαλασσοκόρακας (Phalacrocorax aristotelis)


Ονόματα από την φύση στις βραχονησίδες

Στις περισσότερες νησίδες και βραχονησίδες του Αιγαίου έχουν δοθεί ονόματα με βάση κάποιο φυσικό χαρακτηριστικό τους, όπως είναι το έδαφος (Ασπρονήσι, Μαυρονήσι, Κοκκινονήσι, Μαρμαρονήσι), κάποιο ζώο ή πουλί που ξεχωρίζει πάνω τους (Κούνουπας, Σφήκα, Φιδονήσι, Γλαρονήσι, Περιστέρα, Κουνελονήσι, Ποντικονήσι), θαλάσσιοι οργανισμοί (Εχινούσα, Καβουρονήσι, Πεταλίδι, Σμυνερονήσι, Φωκιονήσι).

Σε πολλές νησίδες έχουν δοθεί ονομασίες από κάποιο φυτό που ξεχωρίζει στην χλωρίδα τους. Τέτοια ονόματα είναι:

Αγαθονήσι (Αγκαθονήσι), Αρτηκονήσι (από τους πολλούς άρτηκες - Ferula communis), Βρωμονήσι (από τις βρωμούσες), Γραμβούσα και Κραμβονήσι (από την κράμβη, είδος αγριολάχανου), Ζαφορά (όπως είναι το λαϊκό όνομα του κρόκου - Crocus turnefortii), Θύμαινα (από το θυμάρι - Thymus capitatus)), Καρδάμαινα (από τον κάρδαμο), Κάππαρη, Λυγαριά, Μαραθονήσι (από τον μάραθο), Πηγανούσα (από τον απήγανο), Πρασονήσι (από το πράσο, είδος φυκιού που φύεται στα ύφαλα των βράχων), Σκορδονήσι, Κρεμμυδονήσι, Σκιλλονήσι (από την σκίλλα, την αγριοκρεμμύδα). Σπαλαθρονήσι (από τον ασπάλαθο).

Στο Αιγαίο όμως η φύση και η ανθρώπινη ζωή είναι στενά συνδεδεμένες από την προϊστορία μέχρι σήμερα. Έτσι, εκτός από τα ονόματα που συνδέονται με το φυσικό περιβάλλον, υπάρχουν ονόματα σε νησίδες που οφείλονται στην ανθρώπινη δραστηριότητα. Μερικά τέτοια ανθρωπωνύμια είναι:

«του Αλέξη» (Κάλυμνος, Παγασητικός), «του Αλούρδου το Καράβι» (Σίφνος), «του Αστέρη» - Αστέρι (Ύδρα), του Βαγιανού (Τήλος), «του Γαβαθά» (Μυτιλήνη), «του Γιακουμή» (Τήλος), «του Δεσπότη» (Σκύρος), «Δημάκος (Εύβοια), «του Ζερβού» (Αντίψαρα), «του Κατσιδόντη» (Αστυπάλαια), Κρητικός (Ικαρία), Λευτέρης (Σκύρος), «του Μανώλη» και Μανωλονήσι (Λειψοί και Κίμωλος), «του Μαργαρίτη» (Χίος), «του Μαστρογιάννη» (Κάσος), Νικολός (Κρήτη), Νικόλας (Χίος).


ΤΟ ΝΗΣΙΩΤΙΚΟ ΠΑΝΟΡΑΜΑ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ


======

Πηγές:
  • Μιχάλη Ευστ. Σκανδαλίδη, «Ονοματολογική Ναυσιπλοΐα στο ελληνικό Αιγαίο – Ο νησιωτικός μικρόκοσμος και μεγάκοσμος του Αιγαιακού Αρχιπελάγους», Αθήνα 2001.
  • Μαρίας Πανίτσα, «Συμβολή στη γνώση της χλωρίδας και της βλάστησης των νησίδων του Ανατολικού Αιγαίου», Πανεπιστήμιο Πατρών 1997.
  • Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, «Σημαντικές περιοχές για τα πουλιά».

2 σχόλια:

Ζήσης Αντωνόπουλος είπε...

Νίκο πολυ ωραιο αφιερωμα. Μια μονο μικρη παρατηρηση: δεν ειναι δυνατον να υπαρχει Ophrys lutea ssp galilea μονο στο Αγαθονησι. Η ssp galilea ειναι συνωνυμη της Ophrys lutea ssp sicula ή απλά Ophrys sicula η οποια ειναι διαδεδομένη σε ολο το Αιγαιο.

nik είπε...

Ζήση, φαίνεται ότι η συγγραφέας της διατριβής δεν είχε ξεκαθαρίζει τα συνώνυμα πριν 10 χρόνια. Γιατί, οι sicula είναι πιο πολλές από τις παπαρούνες. Βέβαια, φταίω κι εγώ που δεν άνοιξα τον Delforges για επιβεβαίωση.