ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΟΥ ΜΠΛΟΚ

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΟΥΛΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΟΥΛΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 20 Ιουνίου 2023

Falco eleonorae - μαυροπετρίτης, βαρβάκι

Αμοργός, Ποταμός Αιγιάλης 12/07/2021

φωτογραφία Μιχάλης Θεολογίτης (Πλαγιαυλίτης)

Ο μαυροπετρίτης, που σε πολλά νησιά λέγεται και «βαρβάκι», είναι μετανασταστευτικό γεράκι που ξεχειμωνιάζει στο μεγάλο νησί της Μαδαγασκάρης, στη νοτιοανατολική Αφρική και έρχεται στο Αιγαίο για να αναπαραχθεί.

Φωλιάζει πολύ αργότερα από τα άλλα πουλιά, γύρω στα τέλη Ιουλίου, και οι νεοσσοί του ξεπετιούνται από τα αυγά τέλη Αυγούστου - αρχές Σεπτεμβρίου. Αυτή η ιδιορρυθμία του μαυροπετρίτη οφείλεται στην ειδίκευσή του να κυνηγάει πουλιά και μεγάλα έντομα για τροφή.

Με τα έντομα τρέφεται μέχρι να αρχίσει η περίοδος της φθινοπωρινής μετανάστευσης, οπότε βρίσκει άφθονη τροφή κυνηγώντας μικρόπουλα για να μεγαλώσει τους νεοσσούς του, στα μεταναστευτικά περάσματα του Αιγαίου.

Οι μαυροπετρίτες φωλιάζουν στους γκρεμούς των νησιών και των νησίδων. Η Ελλάδα φιλοξενεί από την άνοιξη το 85% του παγκόσμιου πληθυσμού τους. Οι μεγαλύτερες αποικίες τους βρίσκονται στο Νότιο Αιγαίο.

Ετυμολογία:

** Falco (λατιν.) < faix (falcis) δρεπάνι ==> από το σχήμα των φτερών.

** eleonorae < προς τιμήν της Ελεονώρα Ντε Μπας, (Elianora de Bas/ Arborea), πριγκίπισσας της Σαρδηνίας (1347-1404) που πήρε μέτρα προστασίας του γερακιού.

 

Πέμπτη 6 Μαΐου 2021

Upupa epops τσαλαπετεινός


υδατογραφία του Ferdinand Bauer (1760-1826) 
από το τμήμα Fauna Graeca της Flora Graeca

Οι τσαλαπετεινοί είναι αυτοί που προαναγγέλλουν την άνοιξη μαζί με τα χελιδόνια. Μας έρχονται στις αρχές Μαρτίου από την Βόρεια Αφρική και την Νότια Ισπανία, όπου ξεχειμωνιάζουν. Μένουν μαζί μας όλο το καλοκαίρι, αναπαράγονται και μας αποχαιρετούν το φθινόπωρο. Τρέφονται με έντομα, νύμφες, σαλιγκάρια, σκουλήκια. Φωλιάζουν σε κορμούς δέντρων, τρύπες βράχων αλλά και σε κτίρια και ερείπια σε θέσεις που μοιάζουν με τους φυσικούς τους βιότοπους.
Γενικά οι τσαλαπετεινοί δεν φοβούνται  τους ανθρώπους και απλώς, όταν ενοχληθούν, ανασηκώνουν το λοφίο τους με τις μαύρες μύτες. Από αυτό το λοφίο, που μοιάζει με του κόκορα, ονομάζονται σε μερικές περιοχές «αγριοκόκορες». Το όνομα «τσαλαπετεινό» είναι νόθο σύνθετο ==> τσαλί (=θάμνος στα τούρκικα) + πετεινός.
Ετυμολογία:
Upupa = έποψ.
epops < έποψ (έπ-οπος, -οπα) < εποποί  (Αριστοφάνης)

«Και από τα πουλιά, άλλα είναι του αγρού όπως η φάσσα, άλλα ορεινά όπως ο έποψ και άλλα ζουν κοντά στους ανθρώπους όπως το περιστέρι.» (Αριστοτέλης).

Τετάρτη 28 Απριλίου 2021

Monticola solitarius


φωτογραφία Ζήσης Αντωνόπουλος

Ο γαλαζοκότσυφας (Monticola solitarius) ζει σε βραχώδεις βουνοπλαγιές, φαράγγια, ερείπια, λατομεία.
Τρέφεται κυρίως με έντομα.
Φωλιάζει σε εσοχές βράχων και τοίχων.
* Επιστημονικό όνομα: Monticola solitarius.
* Ελληνικό όνομα (ΕΟΕ): γαλαζοκότσυφας
* Λαϊκά ονόματα: γυφτισοπούλα, μέρουλας (Νάξος), πετροκόσυφας, πετροκότσυφας, πετροκότσυφος, τσοπανάκος.
Η επιστημονική ονομασία Monticola solitarius (Linnaeus, 1758) μπορεί να αποδοθεί στα ελληνικά ως «Ορεσίβιος ο μοναχικός».
Στην Ελλάδα συναντάται το υποείδος Monticola solitarius longirostris (Blyth, 1847)
Ετυμολογία
Monticola < mons, -tis όρος, βουνό + colere ζω, κατοικώ, συχνάζω = ορεσίβιος, βουνίσιος.
solitarius < solus μόνος, μοναχικός.
longirostris < longus μακρύς + rostrum ράμφος = μακρύραμφος.

Γράφει σχετικά ο Αριστοτέλης:
«Ἔστι δέ τις (κόττυφος—κότσυφας) πετραῖος ᾧ ὄνομα κύανος· οὗτος ὁ ὄρνις ἐν Νισύρῳ μάλιστά ἐστι, ποιεῖται δ' ἐπὶ τῶν πετρῶν τὰς διατριβάς. Τὸ δὲ μέγεθος κοττύφου μὲν ἐλάττων, σπίζης δὲ μείζων μικρῷ. Μεγαλόπους δέ, καὶ πρὸς τὰς πέτρας προσαναβαίνει. Κυανοῦς ὅλος· τὸ δὲ ῥύγχος ἔχει λεπτὸν καὶ μακρόν, σκέλη δὲ βραχέα τῇ πίπῳ παρόμοια.»

Δευτέρα 5 Απριλίου 2021

Larus ridibundus καστανοκέφαλος γλάρος

Βουρκάρι Μεγάρων 05/12/2013

Ο πιο κοινός γλάρος τον χειμώνα. Αναπαράγεται σε βορειότερες χώρες το καλοκαίρι.
Ετυμολογία:
Larus < λάρος (γλάρος)
ridibundus (λατιν.) < rideo (λατιν.) γελάω = γελαστός, μειδιών.

 

Παρασκευή 14 Δεκεμβρίου 2018

Larus michahelis Ασημόγλαρος της Μεσογείου

Αμοργός 25-09-2007

Ο Ασημόγλαρος της Μεσογείου είναι ο πιο μεγάλος, πιο κοινός και πιο γνωστός μας γλάρος.
Θαλασσινό πουλί που καθαρίζει από διάφορα την φύση, όπως στην φωτογραφία με το νεκρό χταπόδι και συχνός επισκέπτης σε σκουπιδότοπους.
Θα είχε πλάκα να τον λέγαμε «Γλάρο του Μιχαχελες», όπως είναι το επιστημονικό του όνομα, οπότε σωστά η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία του έδωσε το όνομα «Ασημόγλαρος (της Μεσογείου)» από τις ασημένιες φτερούγες του.
Επιστημονικό όνομα: Larus michahelis
Ετυμολογία:
Larus < λάρος (αρχ.) ==> δάνεια λέξη στα λατινικά larus & laros
michahelis < αφιερωμένος στον Βαυαρό γιατρό και ζωολόγο Karl Michahelles (1807-1834)

«Νῆττα δὲ καὶ χὴν καὶ λάρος καὶ καταρράκτης καὶ ὠτὶς τὸν στόμαχον εὐρὺν καὶ πλατὺν ὅλον...
Ἡ δ' αἴθυια καὶ οἱ λάροι τίκτουσι μὲν ἐν ταῖς περὶ θάλατταν πέτραις, τὸ δὲ πλῆθος δύο ἢ τρία· ἀλλ' ὁ μὲν λάρος τοῦ θέρους, ἡ δ' αἴθυια ἀρχομένου τοῦ ἔαρος εὐθὺς ἐκ τροπῶν...» (Αριστοτέλης)




Σάββατο 10 Νοεμβρίου 2018

Monticola solitarius γαλαζοκότσυφας

Αμοργός

Επιδημητικό πτηνό. 
Βιότοπος:βραχώδεις βουνοπλαγιές, φαράγγια, ερείπια, κάστρα, λατομεία. Τρέφεται κυρίως με έντομα.
Φωλιάζει σε εσοχές βράχων και τοίχων.
Ανάλογα την περιοχή, λαϊκά ονόματα: γαλαζοκότσυφας, γυφτισοπούλα, μέρουλα, πετροκόσυφας, πετροκότσυφας, πετροκότσυφος, τσοπανάκος. Η Ελληνική Ορνθολογική Εταιρεία έχει υιοθετήσει την ονομασία «γαλαζοκότσυφας», από τον χρωματισμό του.
Η επιστημονική ονομασία (Linnaeus, 1758) Monticola solitarius  μπορεί να αποδοθεί στα ελληνικά ως «Ορεσίβιος ο μοναχικός».
Στην Ελλάδα συναντάται το υποείδος Monticola solitarius longirostris (Blyth, 1847)
Ετυμολογία
Monticola < mons, -tis όρος, βουνό + colere ζω, κατοικώ, συχνάζω = ορεσίβιος, βουνίσιος.
solitarius < solus μόνος, μοναχικός. 

longirostris < longus μακρύς + rostrum ράμφος

Τετάρτη 28 Μαρτίου 2018

Upupa epops τσαλαπετεινός

Κλικ στην φωτογραφία για μεγέθυνση

Οι τσαλαπετεινοί είναι αυτοί που μας προαναγγέλλουν την άνοιξη μαζί με τα χελιδόνια. Μας έρχονται στις αρχές Μαρτίου από την Βόρεια Αφρική και την Νότια Ισπανία, όπου ξεχειμωνιάζουν. Μένουν μαζί μας όλο το καλοκαίρι, αναπαράγονται και μας αποχαιρετούν το φθινόπωρο. Τρέφονται με έντομα, νύμφες, σαλιγκάρια, σκουλήκια. Φωλιάζουν σε κορμούς δέντρων, τρύπες βράχων αλλά και σε κτίρια και ερείπια σε θέσεις που μοιάζουν με τους φυσικούς τους βιότοπους.
Γενικά οι τσαλαπετεινοί δεν φοβούνται  τους ανθρώπους και απλώς, όταν ενοχληθούν, ανασηκώνουν το λοφίο τους με τις μαύρες μύτες. Από αυτό το λοφίο, που μοιάζει με του κόκορα, ονομάζονται σε μερικές περιοχές «αγριοκόκορες». Το όνομα του τσαλαπετεινού είναι νόθο σύνθετο ==> τσαλί (=θάμνος στα τούρκικα) + πετεινός.
Ο τσαλαπετεινός πρωταγωνιστεί και στην κωμωδία «Όρνιθες», που παρουσίασε το 414 π.Χ. ο Αριστοφάνης στην Αθήνα. Με το έργο του αυτό Ο Αριστοφάνης διακωμωδεί τους κόλακες του λαού και τους δημαγωγούς. Στους «Όρνιθες» οι πρωταγωνιστές Πεισθέταιρος και Ευελπίδης προσπαθούν να βρουν τον βασιλιά Τηρέα, που πλέον έχει μεταμορφωθεί σε τσαλαπετεινό, για να τους πει σε ποια πόλη μπορούν να ζήσουν πλούσια και ειρηνικά. Όμως ο τσαλαπετεινός δεν έχει ιδέα για την ιδανική πόλη που τον ρωτάνε. Κι έτσι ο Πεισθέταιρος, που είναι ο ορισμός του λαϊκιστή και  του δημαγωγού, πείθει τον τσαλαπετεινό να ιδρύσουν στους αιθέρες την πόλη των πουλιών, τη «Νεφελοκοκκυγία». Αντιδρούν τα πουλιά και οι θεοί αλλά ο δημαγωγός Πεισθέταιρος βρίσκει τους τρόπους να πείσει τους πάντες και τελικά να παντρευτεί την νεαρή θεά Βασίλεια.
Εκτός από το «τσαλαπετεινός», υπάρχουν κι άλλα λαϊκά ονόματα, ανάλογα με την περιοχή, όπως: αγριοκόκορας, αγριοπάπουζας, αγριοπετεινός, γιαλοπετεινός, γουζιός, γουρζολοπετεινός, έποπας, κατσούλης, κατσουλοπετείναρο, κουκλοπετεινός, κουπούξιος, κουτσαλεχτοράκι, μουμουζέλα, μπαμζέλι, μπούμιτσας, ξυλοκόκορας, πάπουζας, παρδαλόφτερος, πετεινάρι, πίπιζα, πούπος, πούπουζας.
Ετυμολογία:
Upupa = έποψ.
epops < έποψ (ο) (έπ-οπος, -οπα) > εποποί 

(Αριστοφάνης)
«Και από τα πουλιά, άλλα είναι του αγρού όπως η φάσσα, άλλα ορεινά όπως ο έποψ και άλλα ζουν κοντά στους ανθρώπους όπως το περιστέρι.» (Αριστοτέλης).

Δευτέρα 19 Μαρτίου 2018

Tadorna tadorna βαρβάρες

Κλικ στην φωτογραφία για μεγέθυνση

Η Ταντόρνα είναι μια «χηνόπαπια» που προτιμά υγρότοπους με αλμυρά ή υφάλμυρα νερά, λασπώδεις ή αμμώδεις εκβολές ποταμών, λιμνοθάλασσες. Στην Ελλάδα την συναντάμε σε τέτοιους οικότοπους, συνήθως κοντά στην θάλασσα.
Ανάλογα με την περιοχή, τα λαϊκά της ονόματα είναι: αλατζάς, βουνοπάπι, γαλόνησσα, διανόπαπια, θαλασσινιάς, θαλασσογέρμανο, καζάρκα, νησσόγαλος, ντελής, παρδαλάς.
Για άγνωστους λόγους ο Κανέλλης (*) έδωσε το όνομα «βαρβάρα», το οποίο υιοθέτησε και επέβαλε η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία (ΕΟΕ). (*) Αντ. Χ. Κανέλλης - W. Bauer, «Τα ονόματα των πουλιών της Ελλάδας», εκδ. Ελληνικός Ορειβατικός Σύνδεσμος, 1973).
Επιστημονικό όνομα: Tadorna tadorna (Linnaeus, 1758)
Τεχνητό όνομα: βαρβάρα.
Ετυμολογία:
Tadorna < tadorne, γαλλική λέξη για αυτή την χηνόπαπια, που ήταν σε χρήση από τον 16ο αιώνα (Dal lat. scient. Tadorna, der. del fr. tadorne). μ


Σάββατο 17 Μαρτίου 2018

Numenius arquata τουρλίδα

Κλικ στην φωτογραφία για μεγέθυνση

Νουμήνιος ο τοξωτός (Numenius arquata (Linnaeus, 1758)), περαστικός κατά την μετανάστευση στην λιμνοθάλασσα Ωρωπού. Το επιστημονικό ελληνολατινικό του όνομα έχει σχέση με το ράμφος του. Δηλαδή:
** Numenius < νουμήνιος (Ησύχιος) > ή από νουμηνία < νεομηνία < νέος + μήν μηνός (σελήνη) ==> επειδή το ράμφος μοιάζει με την νέα σελήνη
** arquata < arquus (arcus) τόξο και τα σχετικά με το σχήμα του (π.χ. ουράνιο τόξο) = τοξωτή ==> από το σχήμα του ράμφους.

Το λαϊκό του όνομα είναι τουρλίδα, που έχει υιοθετήσει και η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία (Ευρασιατική τουρλίδα) και προέρχεται ως εξής:
** τουρλίδα > τούρλα (σωρός στρογγυλού σχήματος με μυτερή προεξοχή κ. (κατ' επέκτ.) κάθε μικρή προεξοχή τής γης <μεσν. < μτγν. τροΰλ(λ(α, με αντιμετάθεση φθόγγων (Μπαμπινιώτης).
Τουρλίδα ονομάζεται επίσης ένα νησάκι στην λιμνοθάλασσα του Μεσολογγίου. Κατά μία εκδοχή, ονομάστηκε έτσι επειδή είχε πολλά πουλιά τουρλίδες. Ισχύει όμως και η αντίθετη εκδοχή. Από το νησί Τουρλίδα (< τούρλα κλπ) να ονομάστηκαν έτσι πουλιά που σύχναζαν εκεί.

Η (Ευρασιατική) τουρλίδα ανήκει στην οικογένεια Scolopacidae (Σκολοπακίδες). Ο Linnaeus έδωσε το 1758 στην τουρλίδα και το συνώνυμο Scolopax arquata. Σκολόπαξ είναι το αρχαίο ελληνικό όνομα για την μπεκάτσα. Δηλαδή:
** σκολόπαξ (ο) (αρχαιοπρ.) {σκολόπ-ακος | -άκων) η μπεκάτσα. [ΕΤΥΜ < αρχ. σκολόπαξ, -ακος < σκόλοψ-, -οπός «πάσσαλος, παλούκι» (λόγω τού σχήματος που έχει το ράμφος τής μπεκάτσας) + επίθημα -αξ, πβ. κ. ασπάλ-αξ]. (Μπαμπινιώτης)

«Ἔτι δὲ τῶν τοιούτων ὁ μὲν κόρυδος καὶ ὁ σκολόπαξ καὶ ὄρτυξ ἐπὶ δένδρου οὐ καθίζουσιν, ἀλλ' ἐπὶ τῆς γῆς.» (Αριστοτέλης) 

Κυριακή 11 Μαρτίου 2018

Egretta garzetta Λευκοτσικνιάς ψαρεύοντας

Κλικ στην φωτογραφία για μεγέθυνση

Οι λευκοτσικνιάδες είναι μεταναστευτικοί ερωδιοί. Πολλοί ξεχειμωνιάζουν στην Ελλάδα σε παράκτιους υγρότοπους. Τρέφονται με ψάρια, αμφίβια και έντομα σε ρηχά νερά, υγρά λιβάδια και βάλτους.
Το όνομα «τσικνιάς» είναι αρχαίο ελληνικό. Προέρχεται από τις λέξεις «κυκνέας» και «κυκνίας», επειδή έχει ίδιο χρώμα με τον κύκνο. Και με το φαινόμενο του τσιτακισμού (το κι-κυ γίνεται τσι-τσυ, κλπ) πρόεκυψε η λέξη «τσικνιάς». Δηλαδή: τσικνιάς < τσυκνέας < κυκνίας.
Η «Πύλη για ελληνική γλώσσα» του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας αναφέρει από το Λεξικό Κριαρά:
«κυκνίας ο· κυκνέας· τσυκνέας. Tο πουλί ερωδιός: Του τσυκνέα τα πουλία … εκμικρόθεν η ουρά τους διχαλή (Πτωχολ. α 811 (έκδ. τσι‑)). [μτγν. ουσ. κυκνίας. Ο τ. τσυκνέας στο Meursius (τζικνέα) και τ. τσιακνίας και τσυκνίας στο Du Cange (λ. τζιακνίας και τζινέα). T. τσυκνιάς σήμ.]»
Ο αρχαίος περιηγητής Παυσανίας αναφέρει τους «κυκνίες» τους οποίους συγχέει με αετούς: «ἀετοὺς μὲν οὖν ὀνομαζομένους κυκνίας μάλιστα ἐοικότας κύκνῳ λευκότητα οἶδα ἐν Σιπύλῳ θεασάμενος περὶ λίμνην καλουμένην Ταντάλου.»
Ενδιαφέρον έχει ότι Τσικνιάς ονομάζεται το ψηλότερο βουνό της Τήνου στο ανατολικότερο τμήμα τους νησιού, όπως και απέναντι του ο δυτικότερος κάβος της Ικαρίας λέγεται Τσικνιάς. Πρόκειται για το πιο επικίνδυνο πέρασμα του Αιγαίου, γνωστό στους ναυτικούς για τις κακοκαιρίες του.
Λαϊκά ονόματα: τσικνιάς, τσουκνιάς (Λευκάδα), ψαροφαγάς, ψαροφάγος, τρυγονοσούρτης, τρυγονοκράχτης, καλπουτσής, καρανούκας, αγερανός (Κρήτη).
Επιστημονικό όνομα: Egretta garzetta (Linnaeus, 1758).

Όνομα κατά ΕΟΕ: λευκοτσικνιάς.
Egretta < aigrette (γαλλική λέξη) θύσανος από μακριά λεπτά φτερά ερωδιών, που έβαζαν τον 19ο αιώνα στα καπέλα κυρίως των γυναικών.
garzetta = (ιταλική λέξη) μικρός ερωδιός.
λευκοτσικνιάς < λευκός + τσικνιάς.
τσικνιάς < κυκνίας.


Κυριακή 4 Μαρτίου 2018

Tadorna tadorna βαρβάρες

Κλικ στην φωτογραφία για μεγέθυνση

Η Ταντόρνα είναι μια «χηνόπαπια» που προτιμά υγρότοπους με αλμυρά ή υφάλμυρα νερά, λασπώδεις ή αμμώδεις εκβολές ποταμών, λιμνοθάλασσες. Στην Ελλάδα την συναντάμε σε τέτοιους οικότοπους, συνήθως κοντά στην θάλασσα.
Ανάλογα με την περιοχή, τα λαϊκά της ονόματα είναι: αλατζάς, βουνοπάπι, γαλόνησσα, διανόπαπια, θαλασσινιάς, θαλασσογέρμανο, καζάρκα, νησσόγαλος, ντελής, παρδαλάς.
Για άγνωστους λόγους ο Κανέλλης (*) έδωσε το όνομα «βαρβάρα», το οποίο υιοθέτησε και επέβαλε η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία (ΕΟΕ). (*) Αντ. Χ. Κανέλλης - W. Bauer, «Τα ονόματα των πουλιών της Ελλάδας», εκδ. Ελληνικός Ορειβατικός Σύνδεσμος, 1973).
Επιστημονικό όνομα: Tadorna tadorna (Linnaeus, 1758)
Τεχνητό όνομα: βαρβάρα.
Ετυμολογία:
Tadorna < tadorne, γαλλική λέξη για αυτή την χηνόπαπια, που ήταν σε χρήση από τον 16ο αιώνα (Dal lat. scient. Tadorna, der. del fr. tadorne).